Ανεξαρτησία και παρεμβάσεις

TA NEA 10/01/2023,

Θεωρώ τη χθεσινή παρέμβαση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στη λειτουργία της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) και, έμμεσα, στην «υπόθεση των υποκλοπών, θεσμικά άστοχη και νομικά εσφαλμένη.
Θεσμικά άστοχη είναι η αυτόκλητη και κατ’ επίκληση θεμάτων «γενικότερου ενδιαφέροντος» γνωμοδότηση, πρώτον, γιατί γίνεται ενώ είναι ανοιχτή και σε εξέλιξη η διερεύνηση μιας υπόθεσης ιδιαίτερης σημασίας, την οποία είναι δυνατόν, με αυτό τον τρόπο, να επηρεάσει και, δεύτερον, γιατί το «γενικότερο ενδιαφέρον», που πράγματι παρουσιάζει η υπόθεση, θα απαιτούσε έλλειψη παρεμβάσεων ικανών -όπως και συνέβη- να δημιουργήσουν αντιδικίες αλλά και αμφιβολίες για το κατά πόσον τα όργανα της Πολιτείας επιδιώκουν την απονομή δικαιοσύνης.
Κυρίως, όμως, η γνωμοδότηση πάσχει νομικά -τόσο στη σύλληψη όσο και στην επιχειρηματολογία της. Φυσικά, όπως λέγεται στη γνωμοδότηση, δεν αναγνωρίζεται, ούτε από το Σύνταγμα ούτε από το νόμο, «λευκή επιταγή» στην ΑΔΑΕ -και σε καμιά άλλη ανεξάρτητη Αρχή- και βεβαίως οι αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ -όπως και κάθε ανεξάρτητης Αρχής- δεν διαγράφονται με πληρότητα στο ίδιο το Σύνταγμα αλλά στον «εφαρμοστικό», για κάθε Αρχή, νόμο. Η ίδια η ιδιότητα, όμως, της «ανεξάρτητης Αρχής», αποδίδεται από το αναθεωρημένο το 2001 Σύνταγμα (άρθρο 101 Α, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, ειδικά για την ΑΔΑΕ), στο οποίο και διαγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά χωρίς τα οποία μια «ανεξάρτητη Αρχή» δεν θα ήταν ανεξάρτητη: συγκρότηση υπό εγγυήσεις ανεξαρτησίας, παροχή μέσων για τη σύμφωνη με την αποστολή της λειτουργία κάθε Αρχής, προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των μελών της. Δεν νοείται, συνεπώς, ανεξάρτητη Αρχή χωρίς ουσιαστική ανεξαρτησία, ούτε χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες -στην πρώτη γραμμή των οποίων είναι οι ελεγκτικές. Τέτοιες αρμοδιότητες, εξάλλου, αποδίδει ρητά στην ΑΔΑΕ ο ιδρυτικός της νόμος 3115/2003, ο οποίος βρίσκεται σε ισχύ και εξειδικεύει το συνταγματικό πλαίσιο : σύμφωνα με το άρθρο 6 του εν λόγω νόμου, η ΑΔΑΕ έχει εκτενέστατες ελεγκτικές αρμοδιότητες (και μάλιστα και αυτεπάγγελτα ασκούμενες και εκτεινόμενες και σε δημόσιες και σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και οργανισμούς), ενώ τής δίνεται και η δυνατότητα να «εξετάζει καταγγελίες σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των αιτούντων».
Στη γνωμοδότηση γίνεται σύγχυση, θέλω να ελπίζω όχι ηθελημένη, μεταξύ των γενικών αρμοδιοτήτων της ΑΔΑΕ ως ανεξάρτητης Αρχής, που δεν μπορούν να θιγούν από άλλο νόμο, και των ειδικότερων προβλέψεων του πρόσφατου νόμου 5002/2022 περί «άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών». Το άρθρο 4 του νόμου αυτού ορίζει πράγματι ότι ένα τριμελές όργανο αποφασίζει για την άρση του απορρήτου, ειδικά σε περιπτώσεις εθνικής ασφάλειας, αυτό όμως διόλου δεν σημαίνει -και πάντως δεν επιτρέπεται να σημάνει- ότι η ΑΔΑΕ χάνει τις αυτόνομες και ανεξάρτητες από κάθε παρέμβαση ελεγκτικές της αρμοδιότητες, ότι κωλύεται να ενημερώνει πολίτες που καταγγέλλουν ζητήματα αρμοδιότητας της και ότι δεν «χρειάζεται» (ποιος εξωτερικός παράγοντας θα πει σε μια ανεξάρτητη Αρχή τι μέσα να χρησιμοποιήσει; ) να απευθύνεται σε τηλεφωνικούς παρόχους για να ρίξει φως σε υποθέσεις για τις οποίες είναι αρμόδια. Όλα αυτά λέγονται στη γνωμοδότηση και, παρότι δεν δημιουργούν δέσμευση για κανέναν, κάνουν κακό σε όλους.

Κώστας Μποτόπουλος

0
0
0
s2smodern
powered by social2s