Θεσμογραφίες : Παρωδία δημοκρατίας
NEA, 4/12/21
Η σύγκληση μιας «Συνόδου Κορυφής για τη Δημοκρατία» φαίνεται από πρώτη ματιά λογική, αν όχι και χρήσιμη: η δημοκρατία στον κόσμο διαρκώς υποχωρεί –το 2021 ήταν η πέμπτη στη σειρά χρονιά, με τις χώρες σε δημοκρατική υποχώρηση να είναι τρεις φορές περισσότερες από εκείνες που έκαναν βήματα προόδου-, τα προβλήματα είναι κρίσιμα και κοινά, άρα μια πολυμερής ώθηση μόνο καλό μπορεί να κάνει. Ο τρόπος, ωστόσο, υλοποίησης αυτής της ιδέας από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, μέσω της Συνόδου της 9ης και 10ης Δεκεμβρίου, εξουδετερώνει τα οποία πλεονεκτήματα και μοιάζει λιγότερο με θεραπεία και περισσότερο με παρωδία.
Η πρώτη αντίφαση πηγάζει από την χώρα που παίρνει την πρωτοβουλία και τίθεται στην κεφαλή –μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά- της προσπάθειας: οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν, δυστυχώς για τις ίδιες αλλά και για την παγκόσμια κοινότητα, μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Η εποχή Τραμπ άφησε πληγές, οι οποίες, παρά τις φιλότιμες προθέσεις του διαδόχου του, όχι μόνο δεν έχουν κλείσει αλλά διαρκώς κακοφορμίζουν. Κατά το Διεθνές Ινστιτούτο για τη Δημοκρατία (IDEA), οι ΗΠΑ ανήκουν στις «οπισθοχωρούσες δημοκρατίες» (backsliding democracies), κάτι που αναδεικνύεται και μέσα από τη χρήση ποιοτικών κριτηρίων. Η αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων εκλογών, συμπεριλαμβανομένης της προεδρικής, ο περιορισμός ή η δυσχέρανση του εκλογικού δικαιώματος από αρκετές Πολιτείες και η αδυναμία του Κράτους να αντιμετωπίσει αυτή την κατάφωρη παραβίαση, καθώς και η ανοιχτά κομματική επιλογή των μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου που καθιστά ολόκληρο το δικαιοδοτικό σύστημα τροχοπέδη για τα δικαιώματα και όχι εγγυητή τους –όλα αυτά αποτελούν δομικά και θεμελιώδη προβλήματα, που δεν αρμόζουν σε πραγματικά δημοκρατική χώρα, πόσο μάλλον σε χώρα που υποτίθεται ότι βρίσκεται «στην κορυφή του λόφου». Η αποστολή των ΗΠΑ, στην παρούσα φάση, θα όφειλε να είναι η επαναφορά, μέσω τολμηρών μεταρρυθμίσεων και ισχυρού κυβερνητικού παραδείγματος, της δημοκρατίας στο έδαφός τους και όχι η εξαγωγή του «μοντέλου» τους διεθνώς.
Μεγάλο πρόβλημα γεννάται και από τη λίστα των καλεσμένων στη Σύνοδο. Ενώ η διεθνής επιστημονική κατάταξη διαχωρίζει τις «πλήρεις» δημοκρατίες από τις «υβριδικές» -στις οποίες οι ελεύθερες εκλογές δεν εμποδίζουν την υπερβολική καταπίεση δικαιωμάτων και ελευθεριών»- και τις «αυταρχικές», δηλαδή μη δημοκρατικές, στις 110 χώρες που κλήθηκαν στο «τραπέζι» της Συνόδου συνυπάρχουν όλες οι κατηγορίες και φαίνεται να υπερισχύει το διπλωματικό του δημοκρατικού κριτηρίου. Δικαίως, από τις μεγάλες χώρες, δεν κλήθηκαν η Κίνα και η Ρωσία, αλλά στην ίδια κατηγορία ανήκουν, και άρα ίδιας μεταχείρισης θα έπρεπε να τύχουν, η Ινδία και η Βραζιλία. Απολύτως δικαιολογημένα γράφηκε στο μαυροπίνακα η Ουγγαρία, αλλά η κατάταξη της IDEA, και της ουσιαστικής δημοκρατίας, βάζει στην ίδια μοίρα, από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Πολωνία και τη Σλοβενία, οι οποίες, για κάποιο λόγο, «ξέφυγαν». Η Τουρκία βρίσκεται στην πρώτη θέση των χωρών που υποχώρησαν, και ντε φάκτο δεν μετέχει, στο λυκόφως του Ερντογάν, στη δημοκρατική κοινότητα, όμως το ίδιο ισχύει και για τη Σερβία και για τις Φιλιππίνες, που θα συμμετάσχουν στην αμερικανικής έμπνευσης συγκέντρωση. Θα μπορούσαν να δοθούν και άλλα παραδείγματα, που θα ενδυνάμωναν απλώς το γενικό συμπέρασμα: ή θα έπρεπε να κληθούν όλες οι χώρες και να γίνει μια πραγματική ανταλλαγή απόψεων –και «πυρών»- περί δημοκρατίας, ή μόνο οι πραγματικά δημοκρατικές, και είναι πολύ λιγότερες από εκείνες που θα εμφανιστούν στη Σύνοδο.
Αλλά και η μέθοδος είναι ιδιαίτερα προβληματική: γιατί όταν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, λέμε «εμφανιστούν», εννοούμε δια των ηγετών τους και μέσω τηλεδιάσκεψης. Το πιθανότερο αποτέλεσμα είναι παράλληλοι μονόλογοι χωρίς αιχμές και ουσία και με τον Πρόεδρο της Αμερικής σε ρόλο καλόβουλου αλλά ξεκομμένου από τις εξελίξεις δασκάλου που μοιράζει συμβουλές και βαθμούς διαγωγής. Μάλλον δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για την αναζωογόνηση μιας παγκόσμιας δημοκρατίας που χρειάζεται βαθιές αλλαγές και ισχυρές ρήξεις μέσα από μια ζωντανή και κατακτημένη συλλογικότητα και όχι μια εικονική συναίνεση απραξίας.