Θεσμογραφίες : Μη εκλογικά

NEA, 16-1-21
Μέσα σε όλες τις αβεβαιότητες της χρονιάς που άρχισε, υπάρχει τουλάχιστον μια βεβαιότητα: δεν θα έχουμε εκλογές στην Ελλάδα. Αυτό λένε η λογική, οι θεσμοί και οι αριθμοί. Και ευτυχώς και κάποιοι υπουργοί, με προεξάρχοντα τον πλέον αρμόδιο, παρότι όλοι γνωρίζουμε πόσο μετρούν οι «επίσημες διαψεύσεις» σε αυτό το ζήτημα.
Η λογική: δεν γίνονται μη προγραμματισμένες εκλογές σε περίοδο υγειονομικής κρίσης. Θα ήταν προβληματικό τόσο από ηθική άποψη –διακινδύνευση υγείας πολιτών, «εκβιαστική» από πλευράς Πολιτείας υποχρέωση συμμετοχής σε μια διαδικασία που θα μπορούσε να περιμένει- όσο και σε σχέση με τις πολιτικές της συνέπειες: για τη μεν κυβέρνηση, που έχει το αποκλειστικό, κατά το Σύνταγμα, προνόμιο να επιλέξει το χρόνο διεξαγωγής εκλογών, θα γυρνούσε πιθανότατα μπούμερανγκ, από τη δε πλευρά των πολιτών θα οδηγούσε σχεδόν νομοτελειακά σε πολύ αυξημένη αποχή.
Οι θεσμοί: η ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών δεν επιτρέπεται να αποτελεί στοιχείο πολιτικού παιγνίου. Οι εκλογές γίνονται κανονικά ανά τετραετία (άρθρο 53 του Συντάγματος) και μόνο αν προκύψει «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» (άρθρο 41 παρ. 2) έχει η κυβέρνηση δικαίωμα να ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να διαλύσει τη Βουλή. Το ότι το γράμμα και η λογική του Συντάγματος έχουν κατ’ επανάληψη «ερμηνευθεί» με καταχρηστικό τρόπο –ως «εθνικό θέμα» έχει φτάσει να θεωρηθεί κάθε κομματική σκοπιμότητα- δεν σημαίνει ότι ο κανόνας δεν ισχύει και ότι η παρούσα κυβέρνηση καλά θα έκανε να τον παραβεί. Πόσο μάλλον που, σε περίοδο οξείας ή και ηπιότερης πανδημίας, θα μπορούσε να θεωρηθεί, χωρίς κανονιστική αλλά με αυξημένη πολιτική αξία, ότι η υγειονομική κατάσταση συνιστά ακριβώς «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» που αποκλείει την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών και που δεν εγγυάται την «ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης» (άρθρο 52).
Οι αριθμοί: η πανδημία –με την έννοια όχι της πλήρους υπέρβασής της παγκοσμίως αλλά, ας το πούμε συμβολικά, με την έννοια της «ζωής χωρίς μάσκες»- θα βρίσκεται, σύμφωνα με όλες τις επιστημονικές και εμπειρικές ενδείξεις, πολλούς μήνες μαζί μας, τουλάχιστον ως το Σεπτέμβριο. Οι αμέσως προσεχείς εκλογές θα διεξαχθούν, λόγω της άφρονος επιμονής της προηγούμενης κυβέρνησης, με σύστημα απλής αναλογικής, κάτι που σημαίνει ότι είναι πολύ πιθανό να μην προκύψει κυβέρνηση δυνάμενη να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη της Βουλής και να οδηγηθούμε σε νέες εκλογές, με πλειοψηφικό αυτή τη φορά σύστημα. Διπλές εκλογές συνεπάγονται δυόμιση έως τρεις μήνες αδιάκοπης προεκλογικής εκστρατείας και σταματήματος της κρατικής μηχανής. Αυτό λέει το Σύνταγμα: από 22 έως 30 ημέρες η προεκλογική περίοδος καθεμίας από τις δύο αναμετρήσεις, 30, το ανώτατο, μέρες (άρθρο 53 παρ. 1) μεταξύ της διενέργειας γενικών εκλογών και της σύγκλησης νέας Βουλής, διάστημα που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 13-15 ημερών, λόγω της υποχρέωσης, σε περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης, παροχής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τριών διερευνητικών εντολών, διάρκειας 3 ημερών έκαστης (άρθρο 37 παρ. 3). Αυτό δείχνει και η πράξη: στις διπλές εκλογές του 2012, η Βουλή διαλύθηκε στις 11 Απριλίου, οι πρώτες εκλογές έλαβαν χώρα στις 6 Μαΐου, η λεγόμενη «της μίας ημέρας» ή του «Στρατηγού ανέμου» Βουλή διαλύθηκε στις 17 Μαΐου, οι νέες εκλογές προκηρύχθηκαν στις 19 Μαΐου και διεξήχθησαν στις 17 Ιουνίου. Μεταφερόμενα στη σημερινή κατάσταση, αυτά τα χρονικά όρια σημαίνουν ότι, αν προκηρυχθούν εκλογές στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο εκλογικός κύκλος δεν θα ολοκληρωθεί πριν από τα μέσα Νοεμβρίου. Με εξαιρετικά αμφίβολη ως τότε τη δυνατότητα της κυβέρνησης να μπορεί να στηρίξει οποιοδήποτε «αφήγημα κανονικότητας», και πάντως οικονομικής ανάκαμψης. Και να έχει «ξοδέψει» για εκλογές, το πρώτο διάστημα ανάσας από την πανδημία.
Η θεσμική και πολιτική υπευθυνότητα, συνεπώς, επιτάσσει να αφιερωθεί ολόκληρο το 2021 στην προσπάθεια ανόρθωσης, ιδίως μέσω των μεταρρυθμίσεων που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος. Ας αφήσουμε την εκλογολογία στους μονίμους εκλογολογούντες –ή μάλλον, ας τους πάρουμε ήδη, για το δημόσιο καλό, τη μπουκιά από το στόμα.