Απόδημοι κι απόκληροι

TA NEA- 16/9/2019

Όταν άλλαξε η διάταξη του άρθρου 51 παρ. 4 του Συντάγματος στην αναθεώρηση του 2001 και εισήχθη η δυνατότητα συμμετοχής των αποδήμων Ελλήνων στην εκλογική διαδικασία με νόμο που θα συγκέντρωνε τουλάχιστον τα 2/3 των βουλευτών (200 ψήφοι), όλοι πιστέψαμε ότι αυτός θα ήταν ένας από τους πρώτους νόμους, και ο πιο εύκολος, που θα έφερνε και θα ψήφιζε η τότε κυβέρνηση. Ποιος άραγε να αμφισβητήσει ένα δικαίωμα που συνδέεται με την εθνική ταυτότητα, που ισχύει στις περισσότερες χώρες του κόσμου και που προωθεί το ίδιο το Σύνταγμα; 20 χρόνια και κάμποσες επιτροπές αργότερα, η απάντηση αναζητείται ακόμα.

Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι αμέλησε το ζήτημα, το αντιμετώπισε όμως με αρκετή φοβία. Ενώ υπήρξε η πρώτη που έφτασε τόσο κοντά στο να παρουσιάσει ένα σχέδιο στη Βουλή, απέτυχε όχι μόνο γιατί την πρόλαβαν οι εκλογές -αυτές στο κάτω-κάτω δεν έγιναν και τόσο ξαφνικά- αλλά γιατί η αρμόδια επιτροπή δεν κατάφερε να παρουσιάσει, με αιχμή το ζήτημα του "βάρους" της ψήφου των αποδήμων, μια πρόταση με ομόφωνη αποδοχή ακόμα και μεταξύ των ίδιων των μελών της. Κι όταν απαιτούνται 200 ψήφοι αιρετών, είναι κακό σημάδι να μην βρίσκονται, σε πρώτη φάση, ούτε καν όλες οι ψήφοι των ειδικών. Αυτό έχοντας υπόψη της η νέα κυβέρνηση, η οποία έχει ορθώς καταστήσει το ζήτημα, και προεκλογικά και αφότου νίκησε, πρώτης προτεραιότητας, θα πρέπει να δράσει με οδηγό όχι την ομοφωνία για την ομοφωνία αλλά γιατί την απαιτεί το ίδιο το επίμαχο θέμα: η μόνη ορθή ρύθμιση είναι η πιο γενναιόδωρη και η πιο ευρέως αποδεκτή ρύθμιση.

Το Σύνταγμα ορίζει ότι το δικαίωμα θα πρέπει να παρασχθεί στους "εκλογείς που βρίσκονται έξω από την επικράτεια", άρα σε όλους τους απόδημους, χωρίς διαφοροποιήσεις ως προς τον ελληνικό τόπο καταγωγής, τη χώρα κατοικίας ή τα χρόνια που βρίσκονται εκτός Ελλάδας. Στο ίδιο άρθρο 51 του Συντάγματος (παρ. 3) ορίζονται ως γενικές αρχές της ψηφοφορίας η αμεσότητα (όχι δι' αντιπροσώπου), η καθολικότητα (κάθε ψήφος μετρά και μετρά το ίδιο) και η μυστικότητα, κάτι που σημαίνει ότι για να ψηφίσει ένας απόδημος θα πρέπει απλώς να αποδεικνύεται η ελληνική καταγωγή του. Μένει έτσι ως μόνο ουσιαστικό ζήτημα στη διακριτική ευχέρεια του νομοθέτη το αν θα θεσπίσει "επιστολική ψήφο ή άλλο πρόσφορο μέσο" και σε ποιο ψηφοδέλτιο (εκλογική περιφέρεια ή επικρατείας) θα εντάξει την ψήφο των αποδήμων.

Το πρώτο είναι πιο εύκολο να λυθεί: η διευκόλυνση των ψηφοφόρων (που πηγάζει από την αρχή της καθολικότητας), η κατανομή των ελληνικών πρεσβειών και προξενείων στις διάφορες χώρες στις οποίες κατοικούν Έλληνες και η διεθνής εμπειρία (μόνο 12 χώρες της λεγόμενης "επιτροπής της Βενετίας" δεν έχουν καθιερώσει επιστολική ψήφο) βαραίνουν συντριπτικά υπέρ της επιστολικής ψήφου. Στο δεύτερο ζήτημα, με λελυμένο το ότι η ψήφος των αποδήμων θα πρέπει να προσμετράται στο συνολικό αποτέλεσμα, νομίζω ότι πιο λογικό είναι να μην κατανέμεται σε γεωγραφικές περιφέρειες του εσωτερικού, από τις οποίες οι ψηφοφόροι εξωτερικού είναι πιθανό να είναι αποκομμένοι, αλλά στην "περιφέρεια Ελλάδα", την οποία οι απόδημοι επιθυμούν, συχνά διακαώς, να τιμήσουν. Συναφές είναι και το ζήτημα εάν θα υπάρχει υποχρεωτική εκλογή εκπροσώπων των αποδήμων από τα ψηφοδέλτια επικρατείας, κάτι που επίσης θεωρώ δίκαιο και αναγκαίο.

Ούτως έχοντος του συνταγματικού πεδίου, το μόνο που μένει πλέον να βρεθεί είναι πολιτική βούληση. Το ζήτημα δεν χωρεί κομματικούς υπολογισμούς, από τους οποίους δεν ξέφυγε εντελώς η προηγούμενη κυβέρνηση. Από τη στιγμή μάλιστα που η κρίση δημιούργησε, δίπλα στους "παλιούς απόδημους" και μια νέα κατηγορία περίπου 500.000 συμπολιτών μας που έφυγαν από την Ελλάδα για λόγους εργασίας, πρέπει να έρθει η πιο γενναιόδωρη διάταξη και να ψηφιστεί από το σύνολο των βουλευτών. Στους απόδημους χρωστάμε, δεν μας χρωστούν.

0
0
0
s2smodern
powered by social2s