Η Ευρώπη (πάλι) δοκιμάζεται… αλλά (ξανά) αντέχει
Economico 3/12/2022,
Παρότι ο πόλεμος συνεχίζεται, όλο και πιο άγριος και με άγνωστο ορίζοντα, οι δε πολλαπλές κρίσεις τις οποίες προκάλεσε ή επιδείνωσε (τιμές, ενέργεια, εφοδιαστική αλυσίδα, γεωπολιτική σταθερότητα) συνεχίζουν να επηρεάζουν έντονα την παγκόσμια οικονομία, η νέα αίσθηση που υπάρχει για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ότι το πλήγμα δεν θα είναι τόσο σοβαρό όσο πιθανολογούνταν πριν από λίγους μήνες, και πάντως όχι μη αναστρέψιμο. Τι συνέβη άραγε και η Ευρώπη δείχνει, όχι για πρώτη φορά, ότι μπορεί να ανταπεξέλθει, με μπόλικο πόνο, στις πιο δύσκολες συνθήκες; Πρόκειται άραγε για κάτι συγκυριακό ή για μια ένδειξη δομικής ανθεκτικότητας, άρα πολιτικής επιτυχίας; Τείνω να πιστεύω, και όχι λόγω εορταστικού κλίματος, ότι ισχύει το δεύτερο.
Η βελτίωση της εικόνας έρχεται χωρίς να έχει «λυθεί» κανένα από τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπη, από την αρχή σχεδόν της χρονιάς, η οικονομία της Ευρωζώνης και γενικώς των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο πληθωρισμός είναι σχεδόν πενταπλός του «ιδεώδους» 2%. Οι τιμές, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων πρώτης ανάγκης, έχουν αυξηθεί και παραμένουν υψηλές. Το ενεργειακό ζήτημα έχει προβληματικές πτυχές τόσο στο σκέλος των τιμών (αδύνατη η συμφωνία για πλαφόν, τώρα έπεσε στο τραπέζι, και με ελληνική πρωτοβουλία, ένα σύστημα «φανοστάτη», με το κατώφλι να ενεργοποιείται μόνο σε περίπτωση «κόκκινου» συναγερμού), όσο και στο σκέλος της επάρκειας (παρά τη βελτίωση των αποθεμάτων). Χρέη και ελλείματα πήραν την ανιούσα, παντού: το δημόσιο χρέος της πρώην «δασκάλας» Γερμανίας αυξήθηκε κατά 1,2 δις ευρώ τα τελευταία χρόνια κι έχει φτάσει κοντά στα 2 τρισεκατομμύρια.
Ακριβώς επειδή τα προβλήματα παραμένουν, καθίσταται πιο ενδιαφέρουσα η εικόνα που προβάλλει λόγω των επιδόσεων σε μια σειρά από μέτωπα. Κατά τον μήνα Νοέμβριο ο πληθωρισμός υποχώρησε, τόσο (για πρώτη φορά από το ξέσπασμα του πολέμου) ως προς το μέσο όρο (10,1% έναντι 10,6% τον Οκτώβριο), όσο και σε κρίσιμες χώρες, όπως η Γερμανία (11,3 έναντι 11,6%), η Ισπανία («πρωταθλήτρια» με 6,6%), το Βέλγιο. Αν εξαιρέσουμε, αλλά και «δικαιολογήσουμε» λόγω τύπου οικονομίας και εγγύτητας με τα πεδία των μαχών, τις βαλτικές χώρες (Λετονία 21,7%, Εσθονία και Λιθουανία 21,4%) και τις «πρώην ανατολικές» (Ουγγαρία 21,1%, Πολωνία 17,9%, Τσεχία 15,1%), οι υπόλοιπες χώρες της Ένωσης μάλλον προς αργή αποκλιμάκωση δείχνουν να πηγαίνουν. Το 9% της Ελλάδας είναι χαρακτηριστικό, ιδίως συγκρινόμενο με την επίδοση της Ιταλίας (12,5%) και του πολύ μεγαλύτερου αλλά εκτός Ένωσης Ηνωμένου Βασιλείου (11,1%).
Δεν είναι μόνο τα νούμερα του πληθωρισμού που ελαφρά βελτιώνονται. Πιο σημαντική είναι η βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος και η ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, επίσης για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα του πολέμου, σε όλη την Ένωση. Η αντοχή, με ανοδικές τάσεις, των τομέων-πυλώνων της βιομηχανίας και των υπηρεσιών (στην Ελλάδα, κυρίως του τουρισμού), σε βαθμό που ο Μακρόν να βρει το θάρρος, ή μάλλον θράσος, να «κατηγορήσει», και μάλιστα εκτός έδρας, την Αμερική του Μπάιντεν για υπερβολικό «προστατευτισμό». Η καλή, ιδίως ενόψει των συνθηκών, κατάσταση της αγοράς εργασίας: με 6.5% μέσο όρο ανεργίας, η Ένωση κατέγραψε το Νοέμβριο την καλύτερη επίδοση της τελευταίας τριετίας. Άνοδος επίσης –μικρή αλλά άνοδος- παρατηρείται στα Χρηματιστήρια, τις επιδόσεις των κρατικών ομολόγων, στην αξία του ευρώ. Τίποτα δεν προμηνύει οικονομική κατάρρευση ή αρμαγεδδώνα.
Μέρος μόνο της εξήγησης προέρχεται από τη συγκυρία: σχετικά ήπιες μέχρι τώρα θερμοκρασίες, σταθεροποίηση των τιμών ενέργειας ιδίως λόγω πρωτοβουλιών εκτός Ευρώπης (ΗΠΑ, ΟΠΕΚ) και, βεβαίως και κυρίως, επιδοτήσεις, επιδοτήσεις, επιδοτήσεις, που έχουν κρατήσει, με «δημόσιο χρήμα», τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά εν ζωή. Το άλλο μέρος είναι δομικό και θα μπορούσε να περιληφθεί σε μία λέξη: συλλογικότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τα προβλήματα και τις ανισότητες, αποτελεί «ομάδα», εντός της ακόμα ευρύτερης κοινότητας της «Δύσης», διαθέτοντας έτσι κρίσιμο μέγεθος και πολιτικό βάρος για συλλογικές κινήσεις σωτηρίας και, σε δεύτερο χρόνο, βελτίωσης: κοινά ταμεία, κοινές προμήθειες, κοινές διαπραγματεύσεις με διεθνείς εταίρους, κοινά αναπτυξιακά προγράμματα, κοινή (στην Ευρωζώνη) νομισματική και τραπεζική πολιτική –όλα αυτά δημιουργούν προστιθέμενη αξία, που επικάθεται στο δημοκρατικό, ανθρώπινο και πολιτιστικό κεφάλαιο της Ευρώπης, χωρίς το οποίο καμία οικονομία δεν μπορεί να πάει μπροστά.
Φυσικά και «δεν έχουμε ακόμα τελειώσει» (λόγια, όχι ιδιαίτερα πρωτότυπα, της Κριστίν Λαγκάρντ). Αλλά και εξίσου φυσικά, σε πείσμα των αρνητών, των εχθρών της και όσων δεν καταλαβαίνουν πώς λειτουργεί, η Ενωμένη Ευρώπη αντέχει και προχωρεί.
Κώστας Μποτόπουλος