Δύο τέλη
NEA, 19/12/2020
Παρότι πέρασε σε δεύτερη μοίρα μέσα στον τυφώνα της πανδημίας που σάρωσε την ανθρωπότητα, το 2020 προσέφερε στη δημοκρατία λύσεις σε δυο μεγάλα μέτωπα, και αντίστοιχα προπύργια της «λαϊκιστικής διεθνούς»: την Προεδρία Τραμπ και το Brexit.
Το τέλος της πρώτης σφραγίστηκε, πάνω από ένα μήνα μετά τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, με την επίσημη ανάδειξη του Τζο Μπάιντεν ως επόμενου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών από το «κολέγιο των εκλεκτόρων». Αυτός ο αναχρονιστικός θεσμός –το πιο επιφανές μέλος του, η Χίλαρι Κλίντον, υπογράμμισε, την ώρα που συγκινημένη ψήφιζε, την επιθυμία της να καταργηθεί το «κολέγιο» και να εκλέγεται απευθείας ο πρόεδρος- δεν παρεξέκλινε ούτε εκατοστό από το δημοκρατικό και συνταγματικό του καθήκον, παρά τις παραινέσεις του απερχόμενου προέδρου, μελών της συμμορίας του και φανατικών οπαδών του. Το τέλος του διπλού μαρτυρίου –της προεδρίας ενός ανθρώπου που με κάθε του ενέργεια ταπείνωνε το αξίωμά του και της αναμονής για το αυτονόητο, δηλαδή να παραδεχθεί την ήττα του- αποτελεί κόλαφο για όσους ανά τον κόσμο –και δεν είναι λίγοι- ήλπιζαν ότι, με σύμβολο και όχημα τον Τραμπ, θα μπορούσαν να αλώσουν τη δημοκρατία εκ των έσω. Ήρθε όμως με ένα βαρύ, ιδίως για τις ΗΠΑ, κι επίσης διπλό, τίμημα. Την από-νομιμοποίηση όχι μόνο της εκλογικής διαδικασίας αλλά ολόκληρου του θεσμικού οικοδομήματος, την οποία προκάλεσε και θα συνεχίσει να προκαλεί η σχεδόν εμφυλιοπολεμική άρνηση του αποτελέσματος και της νομιμότητας εκ μέρους της πλευράς Τραμπ. Και την επισημοποίηση της βαναυσότητας και της εκδικητικότητας της εξουσίας, αφού τελευταία πράξη της προεδρίας Τραμπ είναι ένα άνευ προηγουμένου κύμα εκτελέσεων θανατοποινιτών και γενικώς υποδαύλισης της βίας.
Το τέλος του Brexit ήρθε εντελώς άδοξα, και μόνο γιατί έληγε ο χρόνος. Ο απίστευτα ανεύθυνος Βρετανός Πρωθυπουργός δεν αντιλήφθηκε τώρα ότι δεν μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα του στα βράχια ενός χωρίς συμφωνία διαζυγίου –το ήξερε από την πρώτη στιγμή, απλώς κορόιδευε τον εαυτό του και τους συμπατριώτες του. Την ύστατη ώρα αναγκάστηκε να υποχωρήσει, με μόνη του έγνοια τα προσχήματα, σε όλες τις «κόκκινες γραμμές», τις οποίες είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση όχι από πείσμα αλλά βάσει των νομικών και πολιτικών κανόνων της. Μια-μία, σαν φλούδες μπαγιάτικου κρεμμυδιού, ή μάλλον σαν φύλλα συκής, ξεφλούδισαν οι αυτοκρατορικές απαιτήσεις της Βρετανίας στα πεδία της Βόρειας Ιρλανδίας –για την οποία θα ισχύσει το ειδικό καθεστώς που είχε καθορισθεί και όχι η ημι-πραξικοπηματική προσπάθεια αλλοίωσης των συμφωνημένων-, της αλιείας –τα βρετανικά ύδατα θα παραμείνουν προσβάσιμα και σε ψαράδες από άλλες χώρες-, των κοινών όρων –δηλαδή όρων που θα θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση- για την αυριανή εμπορική «συνεργασία», που στην πραγματικότητα θα είναι ανταγωνισμός. Το τίμημα, όμως, του θεάτρου, της επιπολαιότητας, της καθυστέρησης είναι κι εδώ πολύ βαρύ: όπως όλα δείχνουν, αυτή τη βδομάδα ή την επόμενη, θα υπάρξει κάποιου είδους «συμφωνία», μόνο που δεν θα έχει περιεχόμενο, θα είναι απλώς μια συμφωνία περί συμφωνίας, ώστε να μην επισημοποιηθεί η αποτυχία. Η Βρετανία μπορεί να γλιτώσει τους περιορισμούς στις εισαγωγές αγαθών και τους δασμούς, αλλά όχι τους ελέγχους στα διόδια, τα τελωνεία και τα αεροδρόμια, το χτύπημα στην οικονομία και την αξιοπιστία της. Η Ένωση έμεινε ενωμένη και πειθαρχημένη, αλλά και η δική της απώλεια, συμβολική και ουσιαστική, είναι μεγάλη. Το μόνο καλό είναι ότι το βασικό αγκάθι θα είναι πια πίσω της –παρότι η «υπόθεση Brexit», στα χαρτιά και στην πράξη, έχει ακόμα πολύ δρόμο. Μία παράπλευρη συνέπεια, ότι ο Τζόνσον αποκαλύφθηκε και οδεύει στο γκρεμό, θα αποδειχθεί μάλλον σημαντικότερη.
Για το τέλος-κάθαρση, η δημοκρατία πλήρωσε βαρύ τέλος-φόρο. Μακάρι αυτό να σημάνει ότι, όπως και για την πανδημία, η χρονιά που έρχεται θα είναι η χρονιά της ανόρθωσης.