• Home
  • Κόσμος
  • Θεσμογραφίες : Ελευθερία και Διαδίκτυο

Θεσμογραφίες : Ελευθερία και Διαδίκτυο

NEA 27/6/2020

Μετά τις δύο απανωτές «ήττες» στις οποίες υποχρέωσε τον Τραμπ το Ανώτατο Δικαστήριο -στις υποθέσεις των διακρίσεων στην εργασία βάσει σεξουαλικού προσανατολισμού και της άδειας παραμονής παιδιών μεταναστών «χωρίς χαρτιά» που γεννήθηκαν στις ΗΠΑ (dreamers)-, ήρθε η σειρά του Προέδρου Μακρόν να δει μια σημαντική πρωτοβουλία του να καταρρίπτεται από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Πρόκειται για τον λεγόμενο «νόμο κατά του μίσους», με τον οποίο επιχειρήθηκε να τεθούν περιορισμοί και απαγορεύσεις στη δυνατότητα έκφρασης, μέσω του Διαδικτύου, απόψεων που προωθούν τη βία, το ρατσισμό, την παιδική πορνογραφία. Αντίθετα με τον Τραμπ, ο σκοπός ήταν έντιμος, καθώς προσπαθούσε να καλύψει μια κοινωνική ανάγκη και όχι να ανατρέψει κατακτήσεις. Αλλά μια δικαστική ήττα είναι πάντα ήττα με πολιτικό περιεχόμενο για τους κυβερνώντες, είτε παραβιάζουν ενσυνείδητα ελευθερίες, όπως στην αμερικανική περίπτωση, είτε γιατί λαθεύουν στην ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων, όπως στη γαλλική περίπτωση.

Ο «νόμος κατά του μίσους» δεν στρεφόταν κατά του Διαδικτύου ως μέσου, αλλά κατά της σχεδόν πλήρους ασυδοσίας που επικρατεί σε αυτό το πεδίο έκφρασης και ελευθερίας και του επιτρέπει να καθίσταται πηγή παραπληροφόρησης, προπαγάνδας και εγκληματικότητας. Οι προσφεύγοντες Γερουσιαστές –στο γαλλικό σύστημα ελέγχου της συνταγματικότητας, ένας νόμος ψηφίζεται από τη Βουλή και τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν προσβληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα ή αν κριθεί σύννομος από το Συνταγματικό Δικαστήριο- ισχυρίστηκαν ότι οι διατάξεις του νόμου που επέβαλαν στους διαχειριστές ιστοτόπων να διαγράφουν «περιεχόμενο μίσους» είτε μετά από αίτημα διοικητικής αρχής, είτε αυτοδικαίως για λόγους «κατάφωρης παραβίασης» μιας σειράς ποινικών διατάξεων (εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ώθηση σε πράξεις βίας και σε διακρίσεις, σεξουαλική βία κλπ) παραβίαζαν τη συνταγματικά προστατευόμενη ελευθερία έκφρασης. Το Δικαστήριο, αν και δέχτηκε ότι ο σκοπός του νόμου ήταν καταρχήν θεμιτός, τους έδωσε δίκιο: αφού θύμισε ότι στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1789, που έχει θεωρηθεί ότι αποτελεί μέρος του ισχύοντος γαλλικού Συντάγματος, η ελευθερία έκφρασης έχει χαρακτηρισθεί «πολύτιμη» και επιπλέον αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία, «προϋπόθεση της Δημοκρατίας», έκρινε ότι η απόφανση περί παρανομίας χωρίς τη συμμετοχή δικαστή, οι εξαιρετικά σύντομες προθεσμίες συμμόρφωσης (μέσα σε μια ώρα στην περίπτωση αιτήματος διοικητικής αρχής, μέσα σε μια μέρα όταν οι διαχειριστές κρίνουν μόνοι τους), καθώς και οι εξαιρετικά αυστηρές ποινές (ένας χρόνος φυλάκισης, 250.000 ευρώ πρόστιμο) καθιστούν τις νομοθετικές προβλέψεις «μη προσαρμοσμένες», «μη απαραίτητες» και «μη αναλογικές» εν σχέσει με το σκοπό τους.

Νομικά σωστό αλλά πολιτικά κρίμα, θα μπορούσε να πει κανείς. Γιατί άλλο χώρος ελευθερίας κι άλλο μαύρη τρύπα -κι έτσι κάποιου είδους ρύθμιση, θέσπιση κανόνων που να προστατεύουν το χρήστη του Διαδικτύου και το κοινωνικό σύνολο από τη «βοθροποίηση» και την εργαλειοποίηση εις βάρος, ακριβώς, της δημοκρατίας, όχι μόνο δεν μπορεί να αποκλείεται αλλά έχει καταστεί αναγκαία. Από την άλλη, το Διαδίκτυο είναι πρώτα ένα δικαίωμα για όλους κι ύστερα ένα πιθανό όπλο στα χέρια των Τραμπ, των Πούτιν, των τρομοκρατών και των εγκληματιών. Απαιτείται λοιπόν ισορροπία στόχων και μέτρων, ώστε, ακόμα και για την αποφυγή αποκρουστικών πράξεων, να υπάρχουν εχέγγυα: να κρίνει κάποιος που ξέρει, να μη δίνεται η αίσθηση της λογοκρισίας, να υπηρετείται η παιδευτική λειτουργία. Το γαλλικό συνταγματικό Δικαστήριο έδειξε το δρόμο στην κυρία Avia –την εισηγήτρια του νόμου- να ξαναπροσπαθήσει κι όχι να το βάλει κάτω. Το μεγάλο δημοκρατικό ζήτημα, ωστόσο, είναι να μη φαίνεται, στα μάτια της κοινωνίας πριν από το τυφλό δίκαιο, η προσπάθεια προστασίας των ηθών ως στέρηση ή καταπίεση.

0
0
0
s2smodern
powered by social2s