Λόμπινγκ, διαφθορά και ντροπή

New money 13/12/2022,
Δυστυχώς, όποιος ασχολείται με την Ευρώπη δεν μπορεί αυτές τις μέρες να γράψει για οτιδήποτε άλλο: η ντροπιαστική –είναι η μόνη λέξη- υπόθεση του «Κατάρ-γκέιτ» ρίχνει μαύρη σκιά στα πάντα, στο τέλος μια χρονιάς κατά την οποία, αν μη τι άλλο, η Ένωση πάλεψε με θεούς και δαίμονες. Όχι όμως με το χειρότερο δαίμονά της, την αίσθηση κάποιων ότι, επειδή εκ προοιμίου εκπροσωπούν τη «δημοκρατία» και την «καλή πλευρά της Ιστορίας», όλα τούς είναι επιτρεπτά. Έτσι ταπεινώνονται οι θεσμοί –και θα μου επιτραπεί να μιλήσω μόνο για θεσμούς και όχι για πρόσωπα.
Ίσως την πιο εύγλωττη, και συγχρόνως καταδικαστική, εικόνα της κατάστασης έδωσε ένας πρώην Ευρωβουλευτής και νυν Διευθυντής της «Διεθνούς Διαφάνειας» στις Βρυξέλλες (ο Michiel van Hulten, όπως τα λόγια του μεταφέρονται από τους Financial Times) : «Μπορεί αυτή να αποτελεί την πιο εξόφθαλμη περίπτωση πιθανής διαφθοράς που είδε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν αποτελεί όμως μεμονωμένο επεισόδιο». Πράγματι, προσθέτοντας και την Επιτροπή, καθώς και πολλά μέλη του Συμβουλίου-Πρωθυπουργούς, που είναι κυρίως υπόλογοι στις χώρες τους, ο απολογισμός είναι βαρύς. Εξαναγκασμός σε παραίτηση ολόκληρης της Επιτροπής Σαντέρ το 1999 λόγω υπονοιών χρηματισμού πολλών μελών της, με πρώτη τη Γαλλίδα Επίτροπο, και πρώην Πρωθυπουργό, Edith Cresson. Θεσμική «αναδιάρθρωση», χωρίς απτά αποτελέσματα, από την αμέσως επόμενη Επιτροπή Πρόντι υπό την αιγίδα του Επιτρόπου Κίνοκ. Αποκάλυψη δωροδοκίας ευρωβουλευτών από δήθεν λομπίστες και στην πραγματικότητα δημοσιογράφους το 2011. Πολλαπλές περιπτώσεις (και επί εποχής μου και πριν και μετά, με εμπλεκόμενους και Έλληνες) αντικανονικής χρήσης κονδυλίων από ευρωβουλευτές. Ανάληψη, μετά το τέλος της θητείας τους, ιδιωτικών καθηκόντων σε ευθεία σύγκρουση με το θεσμικό τους ρόλο και από τον Μπαρόζο και από το Σρέντερ και από αρκετούς άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους. Φυσικά, η σωρεία των περιστατικών κάθε άλλο παρά δικαιολογεί τη διαιώνιση τους -το αντίθετο.
Το πηγάδι δεν έχει πάτο και μετέχουν σε αυτό λίγοι μεν, από όλα τα πεδία και τις πολιτικές παρατάξεις δε, με πρωταγωνιστές, μέχρι να φύγουν, Βρετανούς και δη ανοικτά «αντι-ευρωπαίους» (brexiteers) ευρωβουλευτές, συμπεριλαμβανομένου του επίσης διαβόητου Nigel Farage. Στο εύλογο αλλά αφελές ερώτημα, που τίθεται εκ νέου αυτές τις μέρες, «μα γιατί να καταφεύγουν σε τέτοιες πρακτικές άνθρωποι με τέτοια θέση, τέτοια προνόμια και μισθό 15.000 ευρώ το μήνα;», η απάντηση είναι απλή: μα γιατί μπορούν, γιατί νομίζουν ότι δεν κάνουν κάτι ιδιαίτερα κακό και γιατί θεωρούν ότι δεν θα τους πιάσουν (και πράγματι, πολλούς δεν τους πιάνουν).
Δεν πρέπει, πάντως, να συγχέεται το λόμπινγκ με τη διαφθορά, ούτε το πλαίσιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς με την πραγματική έκταση της διαφθοράς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο σε επίπεδο Κοινοβουλίου όσο και σε επίπεδο Επιτροπής, ανήκει, και ορθώς κατά τη γνώμη μου, στα συστήματα εκείνα που επιτρέπουν το λόμπινγκ, δηλαδή την προώθηση ιδιωτικών συμφερόντων, υπό κανόνες και προϋποθέσεις. Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί –να είναι φανερό ποιους εκπροσωπούν οι λομπίστες, να είναι εγγεγραμμένοι σε ειδικό μητρώο, να συνομιλούν επίσημα με εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών και να διατηρείται ίχνος των συνομιλιών, να επιχειρούν να πείσουν αλλά όχι να δωροδοκήσουν- είναι εντελώς ανίσχυροι όταν υπάρχει «βούληση διαφθοράς»: των μεν να δωροδοκήσουν, των δε να δωροδοκηθούν. Στο λιγδερό αυτό τανγκό, χρειάζονται μεν δυο, αλλά τίποτα δεν γίνεται χωρίς κάποιο «σήμα» από τον κεντρικό παρτενέρ: αυτόν που έχει την εξουσία και είναι ανοιχτός σε τέτοιες «επιρροές».
Η απόλυτη θεσμική απαγόρευση συναναστροφής αξιωματούχων με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων θα έριχνε στο σκοτάδι και θα «ποινικοποιούσε» μάλλον άσφαιρα τη διαφθορά –όσοι είναι ανοιχτοί στη διαφθορά δεν πτοούνται από απαγορεύσεις, που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν και σε συστήματα όπως το ισχύον. Η ισχυροποίηση του υπάρχοντος πλαισίου –το 2019 η Πρόεδρος της Επιτροπής δεσμεύτηκε για ένα ευρωπαϊκό «σώμα δεοντολογίας» (EU Ethics Body), το 2021 η ευρωβουλή το ψήφισε, ακόμα στα χαρτιά βρίσκεται- είναι απαραίτητη αλλά δεν αποτελεί πανάκεια. Μόνη «λύση» είναι η ατομική αίσθηση ευθύνης και η ακεραιότητα των προσώπων που κατέχουν δημόσια αξιώματα, χαρακτηριστικά που είναι, από τη φύση τους, αν όχι δυσεύρετα, πάντως υποκείμενα στους νόμους της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή στην ποικιλία της ανθρώπινης παραβατικότητας.
Όσοι εξέθεσαν με αυτόν τον τρόπο τον εαυτό τους, τις χώρες τους και την Ευρωπαϊκή Ένωση κάνουν και ένα άλλο, παράπλευρο αλλά κολοσσιαίο, κακό: σε μια στιγμή που η Ένωση, οι ηγεσίες και τα όργανά της της βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν πόλεμο, μια νέα οικονομική κρίση, καθώς την προοπτική διαιώνισής τους, και παρότι μέχρι στιγμής τα πήγαν σχετικά καλά σε όλα αυτά τα τεράστιας δυσκολίας μέτωπα, η συζήτηση στράφηκε, και όχι άδικα, στην απληστία κάποιων ανθρώπων και την αδυναμία αναχαίτισης τους από ούτως ή άλλως εύθραυστους και ατελείς θεσμούς. Που ίσως φταίνε λιγότερο από όλους, αλλά πληρώνουν το βαρύτερο τίμημα.
Κώστας Μποτόπουλος