Πόθεν ελπίς

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, 5/7/19
Η τελευταία δεκαετία, με τα δίδυμα όσο και αχώριστα δεινά των Μνημονίων και της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, δεν μας άφησε να σηκώσουμε κεφάλι. Για πρώτη φορά, με πιθανή την επιστροφή στην κανονικότητα, μια άλλη βέβαια κανονικότητα, και την ψευδο-Αριστερά εκτός εξουσίας, όχι όμως εκτός παιχνιδιού, η ελπίδα ίσως επιτρέπεται. Αλλά με αυτοσυγκράτηση και επίγνωση.
Από τις τρεις βαθιές πληγές που αφήνει πίσω της η περίοδος που κλείνει την Κυριακή –την παράταση και εμβάθυνση της οικονομικής στασιμότητας, την κατάπτωση του κράτους δικαίου και τον πολιτιστικό εκπεσμό-, η τρίτη και λιγότερο απτή θεωρώ ότι είναι η πιο δυσεπούλωτη. Η οικονομία, χάρις κυρίως στις θυσίες του μεγαλύτερου τμήματος του ελληνικού λαού, είναι πολύ πιθανό, όσο κι αν χάθηκαν χρόνος και ευκαιρίες, να πάρει μπροστά, τόσο πίσω που είχε μείνει, τόσες δυνατότητες που έχει και τόσο αυτονόητα που είναι αυτά που πρέπει να γίνουν: διαφοροποίηση μίγματος πολιτικής, αναπτυξιακή ώθηση, έμφαση στις επενδύσεις, απελευθέρωση της επιχειρηματικότητας μέσω κινήτρων (όχι μόνο φορολογικών), εξωστρέφεια και δημιουργικότητα, ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Οι θεσμοί του πολιτεύματος, όσο και αν τα τραύματα τους είναι πρωτόγνωρα για τη μεταπολιτευτική περίοδο, έχουν πιθανότητες να ξανασταθούν στα πόδια τους, αφού θα τους δώσει νέα νομιμοποίηση η συνταγματική αναθεώρηση και θα τους ισχυροποιήσει η συναίνεση που εκφράζεται από όλα τα κόμματα (ελπίζω και από τον ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ) υπέρ των δημοκρατικών διαδικασιών. Εκεί που έχουμε μπροστά μας τη μεγάλη ανηφόρα είναι στα θέματα νοοτροπίας, ήθους και ύφους, τόσο στη δημόσια αντιπαράθεση όσο και στις ατομικές στάσεις που διαμορφώνουν συλλογικές συνειδήσεις.
Είναι παρήγορες δύο επιλογές που εξαγγέλθηκαν και ελπίζω να τηρηθούν από την παράταξη που πιθανότατα θα βγει νικήτρια από τις κάλπες. Είναι πράγματι απαραίτητο, για να δοθεί, από την αρχή, ο τόνος, να μην υπάρξει ούτε ρεβανσισμός, ούτε κομματοκρατία. Και οι δύο έννοιες θέλουν πάντως διευκρίνιση. Ρεβανσισμός είναι η επιστροφή στην εξουσία με διάθεση σαρώματος των πάντων, ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, διόρθωσης μιας ιστορικής αδικίας (ενώ η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, παρ’ όλες τις δυσμενείς συνέπειες από την άσκηση της εξουσίας, είχε ρίζες και στην ιστορία και στην κοινωνία). Δεν είναι ωστόσο ρεβανσισμός η ψύχραιμη επιλογή να χυθεί φως, να δοθούν απαντήσεις και ενδεχομένως να καταλογισθούν ευθύνες για πράξεις και παραλείψεις που έβλαψαν τη χώρα και τους πολίτες. Κομματοκρατία θα ήταν η μονολιθικότητα, το στήσιμο μηχανισμών και κυκλωμάτων αντίστοιχων με αυτά που είχε στήσει η απερχόμενη κυβέρνηση, όχι όμως ηκριτική στα πεπραγμένα των πολιτικών αντιπάλων καιη εμπιστοσύνη σε αρχές και σε πρόσωπα της παράταξης που θα κληθεί να κυβερνήσει. Νομίζω πάντως, και δεν είμαι ο μόνος, αφού το έχει πει και ο αρχηγός αυτής της παράταξης,ότι τα πολλαπλά προβλήματα ανασυγκρότησης, ασφάλειας, απόκτησης αξιοπιστίας και η πολιτική βούληση για ένα νέο ξεκίνημα επιτάσσουν συγκλίσεις, αλληλοτροφοδοτήσεις και θέση του γενικού συμφέροντος πάνω από το κομματικό. Αρκετά κόμματα, σε αυτές τις εκλογές, έδειξαν να το αντιλαμβάνονται.
Όσοι λοιπόν βάζουμε τη χώρα πάνω από τον οποιονδήποτε χώρο μας, ατομικό, κοινωνικό, πολιτικό, ελπίζουμε και περιμένουμε κοινή λογική, συλλογικότητα, υπευθυνότητα, άνοιγμα πορτών και παραθύρων για να φυσήξει φρέσκος αέρας. Ακούγεται αυτονόητο, αλλά είναι το μεγάλο ζητούμενο.