Ασκήσεις ψυχραιμίας

Φιλελεύθερος 15-06-2018

Ο κύβος τελικά ερρίφθη για το λεγόμενο «ονοματολογικό» ζήτημα. Και ήδη άναψαν τα αίματα, παρότι το βασικό ζητούμενο, σε τέτοιας ευαισθησίας και κρισιμότητας ζητήματα, είναι η ψυχραιμία. Ιδού, σε 7 σημεία, μια προσπάθεια ψύχραιμης συνεισφοράς.

  • Αυτή που «καιγόταν», κατά την παρούσα φάση, ήταν η άλλη πλευρά, για την οποία διακυβευόταν η σχέση της με τη διεθνή κοινότητα και, μέσω αυτής, η ελπίδα για ηθική και, κυρίως, για υλική αναβάθμιση. Για την Ελλάδα, που έχασε το 1992 την ευκαιρία να λύσει το ζήτημα πριν φουντώσει και κακοφορμίσει, η σώρευση «διπλωματικού κεφαλαίου» είναι υπαρκτός αλλά όχι πρώτης σημασίας στόχος.
  • Η παρούσα ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο δεν έκανε καμία προσπάθεια συγκρότησης «εθνικής γραμμής», όπως είχε γίνει και το 1992 και το 2008, αλλά την υπονόμευσε ανοιχτά. Η διαπραγματευτική της τακτική χαρακτηρίστηκε από μυστικοπάθεια, αδεξιότητα και ερασιτεχνισμό: και μόνο η συζήτηση περί «Ίλιντεν» αρκεί.
  • Η κοινή γνώμη ούτε τρελάθηκε ούτε έχει άδικο να είναι πλειοψηφικά δύσπιστη έως αντίθετη στον προτεινόμενο διακανονισμό: παρατήρησε και αξιολόγησε την έλλειψη ομοψυχίας μεταξύ των πολιτικών κομμάτων αλλά και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, καθώς και την αδιαφορία των υπευθύνων να εξηγήσουν τι διακυβεύεται –και αυτό που διακυβεύεται αγγίζει και πτυχές ταυτότητας και «εθνικού συναισθήματος», διακριτές από το φανατισμό, που κάθε άλλο παρά μπορούν να αγνοούνται.
  • Η συμφωνία για την οποία γίνεται λόγος δεν είναι ακόμα παρά μια «συμφωνία περί συμφωνίας» μεταξύ 2 Πρωθυπουργών –και μάλιστα με πολλές γκρίζες ζώνες και αιρέσεις: ήδη η άλλη πλευρά μίλησε για «ερμηνείες» της δικής μας κυβέρνησης σε σημαντικά ζητήματα όπως η γλώσσα, τα σύμβολα, η ονομασία της χώρας στο εσωτερικό της, ενώ εκκρεμεί τόσο η αλλαγή Συντάγματος όσο και το άδηλης κατάληξης δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα.
  • Και στις δύο χώρες υπάρχει επίσημο πρόβλημα εσωτερικής διχοστασίας: μεταξύ κυβέρνησης και Προέδρου Δημοκρατίας στα Σκόπια, στο εσωτερικό της κυβέρνησης, λόγω διαφωνίας του ελάσσονος εταίρου, στην Ελλάδα. Στην ελληνική περίπτωση, η διχοστασία αυτή αφαιρεί από την κυβέρνηση όχι τη νομιμοποίηση για τη συμφωνία, αλλά την εσωτερική ενότητα που θα της επέτρεπε να εκπροσωπεί εύσχημα τη χώρα. Το ζήτημα αυτό όχι μόνο μπορεί αλλά επιβάλλεται να λυθεί μέσω κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας στη Βουλή.                     
  • Πέραν των συμφραζομένων, τα βασικά, κατά τη γνώμη μου, κριτήρια για να κριθεί το τελικό αποτέλεσμα είναι τα ακόλουθα: α) θα είναι καλύτερη ή χειρότερη η συμφωνία, όπως τελικά επισημοποιηθεί, σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση και με το ρεαλιστικώς αναμενόμενο ή και με προηγούμενες προσπάθειες; β) θα σέβεται ή θα υπερβαίνει τις λίγο πολύ αποδεκτές από τις περισσότερες πολιτικές δυνάμεις «κόκκινες γραμμές» -το γεωγραφικό προσδιορισμό, την ονομασία έναντι όλων, την εγκατάλειψη των αλυτρωτικών επιδιώξεων;
  • Υπάρχει τέλος και η σχέση του εθνικού συμφέροντος με τις πολιτικές επιδιώξεις όλων των «παικτών». Αξίζει άραγε η συμφωνία, κρινόμενη με τα πιο πάνω κριτήρια, να «θαφτεί» μόνο και μόνο επειδή δεν θα είναι «τέλεια» –κάτι αδύνατο- ή για να μην την πιστωθεί η κυβέρνηση –που ούτως άλλως θα βγει χαμένη; Ένα είναι βέβαιο: μπήκαμε πια για τα καλά σε περίοδο βαριών πολιτικών εξελίξεων.
0
0
0
s2smodern
powered by social2s