
BLOG 13/02/2019
Όταν είμαστε μικροί και παίζαμε μπάλα στο Πεδίο του Άρεως, οι μπαλαδόροι λέγονταν Πελέ και οι τερματοφύλακες Μπανκς. Εγώ δεν ήμουν Πελέ (προτιμούσα τον Κρόιφ, αλλά δεν ήμουν ούτε Κρόιφ), ο αδερφός μου ήταν Μπανκς. Ο Γκόρντον Μπανκς, που είχε προ πολλού σταματήσει να παίζει όταν εμείς παίζαμε παίρνοντας το όνομα του, ήταν, και θα παραμείνει, το σύμβολο του τερματοφύλακα –ως είδους περισσότερο παρά ως θέσης. Τον βοηθούσε το όνομά του –Μπανκς: σα βολίδα που τη σταματάς πριν καρφωθεί στο γάμα-, η εμφάνιση του από την οποία είχε πάρει και το παρατσούκλι του (Τσινκ, δηλαδή Κινέζος), το ότι ήταν Εγγλέζος σε μια εποχή που η Αγγλία ήταν συνώνυμη του ποδοσφαίρου (έστω κι αν συνήθως έχανε), το ότι κέρδισε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο στο σπίτι του και έκανε την απόκρουση του αιώνα στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο (στο οποίο η Αγγλία αποκλείστηκε στο μόνο ματς που δεν έπαιξε ο Μπανκς) και βεβαίως ο θρύλος του: έπιανε τα πάντα, ιδίως τ’ άπιαστα, κι αυτό ήταν απολύτως φυσικό. Λέγεται ότι στην κεφαλιά του Πελέ στο Μεξικό, ο Μπόμπι Μουρ έσκυψε πάνω του και του είπε «για το θεό, Γκόρντον, δεν μπορούσες να την μπλοκάρεις;». Κι όμως ο Γκόρντον την είχε μπλοκάρει –για πάντα.