Ουκ εν τω πολλώ

TA NEA - 23/10/2019


Είναι η τέταρτη φορά που γράφω σε αυτές τις στήλες για την «ψήφο των αποδήμων» και κανονικά το κείμενο της Δευτέρας, και όχι το σημερινό, θα έπρεπε να ήταν το τελευταίο: η συμφωνία κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για μια επιταγή του Συντάγματος που είναι συγχρόνως και πάνδημη επιθυμία της κοινωνίας φαινόταν σχεδόν δεδομένη από τη στιγμή που η πρώτη εμφανίστηκε διαλλακτική και τα κόμματα που αποτελούν τη δεύτερη σχεδόν λογικά. Να όμως που κρίσιμη λέξη αποδείχθηκε το «σχεδόν» και η αγωνία συνεχίστηκε.

Τα δεδομένα είναι πλέον απολύτως ξεκάθαρα. Το άρθρο 51 παρ. 4 του Συντάγματος, ήδη από το 1975 και με ακόμα μεγαλύτερη ένταση μετά την αναθεώρηση του 2001, προβλέπει και προωθεί την ψήφο των εκτός Ελλάδας Ελλήνων στις εκλογές, αφήνοντας την ειδική διαρρύθμιση στο νομοθέτη αλλά βάζοντας τον πήχυ ψηλά: χρειάζονται 200 ψήφοι στη Βουλή, για να θεσπισθεί η ψήφος των αποδήμων (δυνατότητα χαμηλότερης πλειοψηφίας και ισχύος από τη μεθεπόμενη φορά δεν δίδεται, όπως στο εκλογικό σύστημα). Το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και το παράδειγμα της μεγάλης πλειοψηφίας των άλλων κρατών, ωθούν επίσης προς μια θετική και γενναιόδωρη ρύθμιση.

Από άποψη πολιτικής βούλησης, είχαμε δισταγμούς και κωλυσιεργία για πολλά χρόνια και υπό πολλές κυβερνήσεις αλλά και την ενεργοποίηση της προηγούμενης κυβέρνησης που όχι μόνο δούλεψε σοβαρά επί του θέματος αλλά και παρέδωσε πόρισμα έγκριτης Επιτροπής. Η σημερινή κυβέρνηση κατέστησε, τόσο στον προεκλογικό αγώνα όσο και μόλις ήρθε στην εξουσία, το θέμα πρώτης προτεραιότητας, ο Πρωθυπουργός εξέφρασε την επιθυμία ο σχετικός νόμος, υπερώριμος καθώς είναι, να ψηφιστεί «και από τους 300 βουλευτές», η δε διαβούλευση με τα άλλα κόμματα υπήρξε, ως το τέλος, και θεσμική και καλόπιστη και εξαντλητική.

Τι έφταιξε τότε και η συμφωνία αποδείχθηκε τόσο δύσκολη; Κατά τη γνώμη μου τρία πράγματα. Πρώτον, ότι, κακώς αλλά όχι παράλογα, λειτούργησε, τουλάχιστον για τα δύο, σήμερα, μεγαλύτερα κόμματα, ο παράγοντος του εκλογικού συμφέροντος: ιδίως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «μετρά», άγνωστο με ποιόν ακριβώς τρόπο, ότι οι εκτός Ελλάδος Έλληνες δεν ανήκουν στην προνομιακή εκλογική πελατεία του –αυτό βέβαια ούτε το λέει, ούτε μπορεί να αποτελέσει λόγο για να μην αποδοθεί ένα συνταγματικό δικαίωμα. Δεύτερον, η ρύθμιση πράγματι δεν είναι ούτε τεχνικά ούτε στις συνταγματικές της πτυχές απλή, καθώς υπάρχουν μια σειρά από πραγματικά διλήμματα. Τα κυριότερα σχετίζονται με την αναγνώριση ή όχι της επιστολικής ψήφου, τη σχέση των εντός και εκτός Ελλάδας εκλογικών «περιφερειών» και των αντίστοιχων κριτηρίων συμμετοχής σε αυτές, όπως συγκαθορίζονται από το άρθρο 54 παρ. 2 του Συντάγματος και τον Κώδικα Ιθαγένειας, και τον τρόπο αντανάκλασης της ψήφου των «αποδήμων» στη σύνθεση της Βουλής –όχι όμως στο ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα, από το οποίο δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτό οι απόδημοι να εξαιρούνται. Τα διλήμματα αυτά, ιδίως το τελευταίο, έδωσαν και ευκαιρία για υπεκφυγές σε αρκετά κόμματα, και όχι μόνο στην αξιωματική αντιπολίτευση.

Γιατί αυτό είναι το τρίτο στοιχείο: η πολιτική συγκυρία, που «προκάλεσε» την αντιπολίτευση -πλην ΚΙΝΑΛ, που, σε αυτό το ζήτημα, τήρησε μια πολύ υπεύθυνη «εθνική στάση»- να βρει τρόπους να μην «χαρίσει» στην κυβέρνηση μια εύκολη, και προφανή στα μάτια των πολιτών, νίκη. Ξεχνώντας, έτσι, ότι αυτή η νίκη θα ήταν μια νίκη του Συντάγματος και της Δημοκρατίας και όχι του κυβερνητικού κόμματος.

Στην εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ, με χρήση μάλιστα εσφαλμένων αν όχι ψευδών διεθνών αναλογιών, για μη συνυπολογισμό της ψήφου στο εκλογικό αποτέλεσμα και την επιμονή του ΚΚΕ στη θέση, αμφίβολης συνταγματικότητας, ορίων χρονικής απουσίας από τη χώρα, προστέθηκε, τη Δευτέρα, και η ακατανόητη «σκληρή» στροφή της κατά τα άλλα μοντέρνας και διεθνικιστικής Μέρας25. Έτσι καταλήξαμε στο τελευταίο μπλοκάρισμα, που λύθηκε, ευτυχώς, με το σημερινό λευκό καπνό –για τα αυτονόητα.

0
0
0
s2smodern
powered by social2s